Μαθήματα σε αμετανόητους θετικιστές

Από τις πιο χαρούμενες στιγμές στη ζωή ενός/μιας κοινωνιολόγου είναι όταν συναντά συναδέλφους των “θετικών” ή “εφαρμοσμένων” επιστημών να κάνουν λόγο για “νόημα”.

Ως γνωστόν η επιτυχία των δεύτερων βρίσκεται – εν μέρει - στη διατύπωση σχέσεων αιτιότητας, στόχος κάθε επιστήμονα, με τη διαφορά ότι αυτές εντοπίζονται στο φυσικό κόσμο. Η αιτιότητα ικανοποιεί το κατεξοχήν επιστημονικό κριτήριο της αναγκαιότητας, δλδ. ότι κάτι συμβαίνει έτσι και όχι αλλιώς και ότι κάτι συνιστά αναγκαία (όχι όμως και ικανή) συνθήκη κάποιου άλλου – η αρχή του αποχρώντος λόγου. Σημαντική παρατήρηση: η αιτιότητα εντοπίζεται από το γιγνώσκον υποκείμενο στο φυσικό κόσμο, όπως λένε και τα παιδιά “ψάξε ψάξε και θα το βρεις”. Με άλλα λόγια, η αιτιακή αλυσίδα ανακαλύπτεται και επιπλέον, δεν είναι αναγκαία εξ ορισμού, όπως δλδ. συνέβαινε με την κλασική περί επιστήμης αντίληψη.

Τί συμβαίνει όμως με το “νόημα”, το οποίο όπως και αν το δούμε ξεκινά ή καταλήγει στο υποκείμενο, για το οποίο δύσκολα δεχόμαστε πλέον είτε ότι εντοπίζεται στο φυσικό κόσμο είτε ότι υπόκειται σε φυσικούς νόμους [η παράδοση του νατουραλισμού, μια συγκεκριμένη τάση ψυχολογισμού (ο αποκαλούμενος συμπεριφορισμός ή μπιχεβιορισμός) και η – δικαίως – απαξιωμένη προσέγγιση του κοινωνικού δαρβινισμού (αναζωπυρωμένη από τη φορμαλιστική θεωρία παιγνίων, τις επιτυχίες των αναθεωρημένων εξελικτιστών βιολόγων και των παμπόνηρων εξελικτιστών οικονομολόγων), επιμένουν];

Η Μαριάννα Μπενρουμπή θίγει το πρόβλημα και την αρχή της λύσης του. Walk in my shoes ή έλα στη θέση μου. Με τα δικά της λόγια:

Καταλαβαίνω, στην προκειμένη περίπτωση, δεν σημαίνει απλώς αντιλαμβάνομαι γνωστικά το τι γίνεται. Σημαίνει: μπορώ να νοιώσω την δυσκολία, να βιώσω όπως ο άλλος την αδυναμία και την απογοήτευση που προκύπτει από αυτή

Για να καταλήξει ως εξής:

Διερωτώμαι αν, συμμεριζόμενοι την δυσκολία και την ενδεχόμενη αποτυχία ανθρώπων γύρω μας, θα μπορούσαμε να έχουμε καλλιεργήσει και κάποιες δικές μας άμυνες.


Επαναλαμβάνω καθημερινά την ίδια ερώτηση στον καθρέφτη, όχι ως θεραπευτής αλλά ως υπό θεραπεία αποτυχημένος και ζορισμένος. Η απορία μου γίνεται σταδιακά βεβαιότητα, όπως και οι λέξεις αποτυχία, δυσκολία και άμυνα αποκτούν διαφορετική σημασία. Εδώ επιτρέπεται η υποχώρηση του πραγματισμού: στα δοχεία που κάποτε έβαζαν στάρι αύριο θα φυλάξουμε κρασί, δεν σκοτώνει το μαχαίρι αλλά το χέρι που μας απειλεί κτλ. κτλ. κτλ.

Όταν όμως το "νόημα" εκφέρεται από τα χείλη μιας καταξιωμένης επιστημόνισσας αλλάζει η κλίμακα του προβληματισμού και επιτρέπονται αισιόδοξες σκέψεις.